Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συνοχή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συνοχή [sinɔˈçi] SUBST θηλ

1. συνοχή (συγκράτηση):

συνοχή
Zusammenhalt αρσ
εδαφική συνοχή EE
κοινωνική συνοχή EE
οικονομική συνοχή EE

2. συνοχή (συνάφεια):

συνοχή
Zusammenhang αρσ
νοηματική συνοχή
νομοθετική συνοχή

3. συνοχή ΦΥΣ:

συνοχή
Kohäsion θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με συνοχή

οικονομική συνοχή EE
νοηματική συνοχή
εδαφική συνοχή EE
κοινωνική συνοχή EE

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский