Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σύνοψη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σύνοψ|η <-εις> [ˈsinɔpsi] SUBST θηλ

1. σύνοψη (συνοπτική έκθεση):

σύνοψη
Übersicht θηλ

2. σύνοψη ΘΡΗΣΚ:

σύνοψη
Gebetbuch ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский