Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συμψηφιστικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συμψηφιστικ|ός <-ή, -ό> [simbzifistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

συμψηφιστικός
Verrechnungs-, Abrechnungs-
Abrechnungsverkehr αρσ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский