Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: συμφοιτητής , συμφωνητικό και συμμετρία

συμφοιτητής (συμφοιτήτρια) [siɱfitiˈtis, siɱfiˈtitria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

συμφοιτητής (συμφοιτήτρια)
Kommilitone αρσ (Kommilitonin) θηλ

συμμετρία [simɛˈtria] SUBST θηλ

1. συμμετρία (αρμονία):

Ebenmaß ουδ

συμφωνητικό [siɱfɔnitiˈkɔ] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский