Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: συμπεριφορά , συμφορά , συμπονώ και συμπαθώ

συμπεριφορά [simbɛrifɔˈra] SUBST θηλ

2. συμπεριφορά (κάποιου μηχανήματος):

Verhalten ουδ

συμπαθ|ώ <-είς, -ησα> [simbaˈθɔ] VERB μεταβ

1. συμπαθώ (αισθάνομαι συμπάθεια):

2. συμπαθώ (συμπονώ):

I . συμπον|ώ <-άς, -εσα> [simbɔˈnɔ] VERB αμετάβ

II . συμπον|ώ <-άς, -εσα> [simbɔˈnɔ] VERB μεταβ

συμφορά [siɱfɔˈra] SUBST θηλ

1. συμφορά (μεγάλη κακοτυχία):

Unheil ουδ

2. συμφορά (παιδί):

Plage θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский