Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συγχρονισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συγχρονισμός [siŋxrɔnizˈmɔs] SUBST αρσ

1. συγχρονισμός (ενεργειών):

συγχρονισμός

2. συγχρονισμός (μηχανημάτων):

συγχρονισμός
συγχρονισμός φλας ΦΩΤΟΓΡ

3. συγχρονισμός (εκσυγχρονισμός):

συγχρονισμός

Παραδειγματικές φράσεις με συγχρονισμός

συγχρονισμός φλας ΦΩΤΟΓΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский