Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στραβός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στραβ|ός <-ή, -ό> [straˈvɔs] ΕΠΊΘ

2. στραβός (λαθεμένος):

στραβός

3. στραβός (τυφλός):

στραβός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский