Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στείρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στείρωσ|η <-εις> [ˈstirɔsi] SUBST θηλ

στείρωση
Sterilisation θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский