Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στείρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στείρ|ος <-α, -ο> [ˈstirɔs] ΕΠΊΘ

1. στείρος:

στείρος

2. στείρος μτφ (προσπάθεια):

στείρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский