Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στέρνα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στέρνα [ˈstɛrna] SUBST θηλ

1. στέρνα:

στέρνα

2. στέρνα (υπόγεια):

στέρνα
Zisterne θηλ

στερνά [stɛrˈna] SUBST ουδ πλ

Lebensabend αρσ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский