Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σπυρί“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σπυρί [spiˈri] SUBST ουδ

1. σπυρί (κόκκος):

σπυρί
Korn ουδ

2. σπυρί (εξάνθημα):

σπυρί
Pickel αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский