Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σεμνότητά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σεμνότητα [sɛmˈnɔtita] SUBST θηλ

1. σεμνότητα (μετριοφροσύνη):

2. σεμνότητα (ευπρέπεια):

3. σεμνότητα (συγκρατημένη στάση):

4. σεμνότητα (ντροπαλοσύνη):

Παραδειγματικές φράσεις με σεμνότητά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский