Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρηματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρηματικ|ός <-ή, -ό> [rimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

ρηματικός
verbal, Verb-
ρηματικός τύπος
Verbform θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ρηματικός

ρηματικός τύπος
Verbform θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский