Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ράβδος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ράβδος [ˈravðɔs] SUBST θηλ

1. ράβδος (ραβδί, μπαστούνι):

ράβδος
Stock αρσ
Hirtenstab αρσ
ράβδος καυσίμου
Brennstab αρσ
ράβδος χρυσού
Goldbarren αρσ

2. ράβδος (ρόπαλο):

ράβδος
Knüppel αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ράβδος

Hirtenstab αρσ
ράβδος χρυσού
Goldbarren αρσ
ράβδος καυσίμου
Brennstab αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский