Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: προτεσταντικός , προστάτισσα , πρωτεργάτισσα και προτεστάντης

προτεσταντικ|ός <-ή, -ό> [prɔtɛstandiˈkɔs] ΕΠΊΘ

προστάτρια [prɔsˈtatria], προστάτισσα [prɔsˈtatisa] SUBST θηλ

προτεστάντης (προτεστάντισσα) [prɔtɛsˈtandis, prɔtɛsˈtandisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

προτεστάντης (προτεστάντισσα)
Protestant(in) αρσ (θηλ)

πρωτεργάτης [prɔtɛrˈɣatis] SUBST αρσ, πρωτεργάτισσα [prɔtɛrˈɣatisa], πρωτεργάτρια [prɔtɛrˈɣatria] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский