Ελληνικά » Γερμανικά

προσπερ|νώ <-νάς, -ασα> [prɔspɛrˈnɔ] VERB μεταβ

προσπερνώ
προσπερνώ μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский