Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προσδοκώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προσδοκ|ώ <-άς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [prɔzðɔˈkɔ] VERB μεταβ nur präs und imperf

1. προσδοκώ (περιμένω):

προσδοκώ

2. προσδοκώ (ελπίζω):

προσδοκώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский