Ελληνικά » Γερμανικά

προπονητής (προπονήτρια) [prɔpɔniˈtis, prɔpɔˈnitria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

προπονητής (προπονήτρια)
Trainer(in) αρσ (θηλ)

προδότης [prɔˈðɔtis] SUBST αρσ, προδότρια [prɔˈðɔtria], προδότισσα [prɔˈðɔtisa] SUBST θηλ

προστάτρια [prɔsˈtatria], προστάτισσα [prɔsˈtatisa] SUBST θηλ

προσωπολατρία [prɔsɔpɔlaˈtria] SUBST θηλ

προπόνησ|η <-εις> [prɔˈpɔnisi] SUBST θηλ

απροπόνητ|ος <-η, -ο> [aprɔˈpɔnitɔs] ΕΠΊΘ

προπορεία [prɔpɔˈria] SUBST θηλ

1. προπορεία (γενικά):

Vorangehen ουδ

προπάνιο [prɔˈpaniɔ] SUBST ουδ

προπένιο [prɔˈpɛniɔ] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский