Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προπορεία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προπορεία [prɔpɔˈria] SUBST θηλ

1. προπορεία (γενικά):

προπορεία
Vorangehen ουδ

2. προπορεία ΗΛΕΚ:

προπορεία (φάσης)
Voreilung θηλ
Voreilwinkel αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με προπορεία

προπορεία (φάσης)
Voreilung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский