Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προκάτοχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προκάτοχος [prɔˈkatɔxɔs] SUBST mf (αξιώματος)

προκάτοχος
Vorgänger(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский