Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προαγγέλλω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προαγγ|έλλω <-ειλα, -έλθηκα, -ελμένος> [prɔaɲˈɟɛlɔ] VERB μεταβ (προμηνώ, προσημαίνω)

προαγγέλλω κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με προαγγέλλω

προαγγέλλω κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский