Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πουλάκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πουλάκι [puˈlaci] SUBST ουδ

1. πουλάκι (κοτόπουλο):

πουλάκι
Küken ουδ

2. πουλάκι (μικρό πουλί):

πουλάκι
Vögelchen ουδ
πουλάκι μου και ειρων

Παραδειγματικές φράσεις με πουλάκι

πουλάκι μου και ειρων

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский