Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: πεταλώνω , πεταλωτής , πεταλίδα και πέταλο

πεταλώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [pɛtaˈlɔnɔ] VERB μεταβ

πεταλωτής [pɛtalɔˈtis] SUBST αρσ

πεταλίδα [pɛtaˈliða] SUBST θηλ

πέταλο [ˈpɛtalɔ] SUBST ουδ

2. πέταλο (λουλουδιού):

Blütenblatt ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский