Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πενθήμερος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πενθήμερ|ος <-η, -ο> [pɛnˈθimɛrɔs] ΕΠΊΘ

πενθήμερος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский