Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παρακαμπτήριος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παρακαμπτήριος [parakamˈptiriɔs] SUBST θηλ

1. παρακαμπτήριος (δρόμος):

παρακαμπτήριος

2. παρακαμπτήριος ΣΙΔΗΡ:

παρακαμπτήριος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский