Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παντοπώλισσα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παντοπωλείο [pandɔpɔˈliɔ] SUBST ουδ

παντοπώλης (παντοπώλισσα) [pandɔˈpɔlis, pandɔˈpɔlisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

παντοπώλης (παντοπώλισσα)
Lebensmittelhändler(in) αρσ (θηλ)

παντόφλα [panˈdɔfla], παντούφλα [panˈdufla] SUBST θηλ

παντογνωσία [pandɔɣnɔˈsia] SUBST θηλ

παντζουρλισμός [pandzurlizˈmɔs] SUBST αρσ

παντομίμα [pandɔˈmima] SUBST θηλ

παντοτινά [pandɔtiˈna] ΕΠΊΡΡ

παντοτιν|ός <-ή, -ό> [pandɔtiˈnɔs] ΕΠΊΘ

παντοθενικ|ός <-ή, -ό> [pandɔθɛniˈkɔs] ΕΠΊΘ

παντομιμικ|ός <-ή, -ό> [pandɔmimiˈkɔs] ΕΠΊΘ

βασιλι|άς <-άδες> [vasiˈʎas] SUBST αρσ, βασίλισσα [vaˈsilisa] SUBST θηλ

1. βασιλιάς (άρχοντας):

König(in) αρσ (θηλ)

2. βασιλιάς (στο σκάκι):

König αρσ
Dame θηλ
Damenflanke θηλ
Königsflanke θηλ

μπακάλ|ης <-ηδες> [baˈkalis] SUBST αρσ, μπακάλισσα [baˈkalisa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский