Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ουροδόχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ουροδόχ|ος <-ος, -ο> [urɔˈðɔxɔs] ΕΠΊΘ

ουροδόχος
Harn-
ουροδόχος (κύστη)
Harnblase θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ουροδόχος

ουροδόχος (κύστη)
Harnblase θηλ
ουροδόχος κύστη
Harnblase θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский