Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ομιλία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ομιλία [ɔmiˈlia] SUBST θηλ

1. ομιλία (ανθρώπινη ικανότητα):

ομιλία
Sprache θηλ

2. ομιλία (προφορικός λόγος):

ομιλία
Rede θηλ

3. ομιλία (τρόπος έκφρασης):

ομιλία
Sprechweise θηλ

4. ομιλία (λόγος, διάλεξη):

ομιλία
Rede θηλ
κάνω ομιλία

5. ομιλία (συνομιλία):

ομιλία
Gespräch ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ομιλία

κάνω ομιλία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский