Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεκουμπίζομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξεκουμπί|ζομαι <-στηκα, -σμένος> [ksɛkumˈbizɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский