Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεδοντιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ξεδοντιά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ksɛðɔnˈdjazɔ] VERB μεταβ

ξεδοντιάζω κάποιον

II . ξεδοντιάζομαι VERB αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με ξεδοντιάζω

ξεδοντιάζω κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский