Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μέντορας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μέντορας (έμπειρος σύμβουλος, δάσκαλος) αρσ θηλ
Mentor(in) αρσ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский