Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δάσκαλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δάσκαλος (δασκάλα) [ˈðaskalɔs, ðasˈkala] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

δάσκαλος (δασκάλα)
Lehrer(in) αρσ (θηλ)
Grundschullehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος αγγλικών
Englischlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος οδήγησης
Fahrlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος πιάνου
Klavierlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος χορού
Tanzlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος της φυσικής
Physiklehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος των μαθηματικών
Mathematiklehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος κατ' οίκον
Privatlehrer(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με δάσκαλος

δάσκαλος αγγλικών
Englischlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος οδήγησης
Fahrlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος πιάνου
Klavierlehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος χορού
Tanzlehrer(in) αρσ (θηλ)
ένας έμπειρος δάσκαλος
εργάζεται ως δάσκαλος
Grundschullehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος της φυσικής
Physiklehrer(in) αρσ (θηλ)
Mathematiklehrer(in) αρσ (θηλ)
δάσκαλος κατ' οίκον
Privatlehrer(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский