Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κουκούλα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κουκούλα [kuˈkula] SUBST θηλ

1. κουκούλα (σε ρούχο):

κουκούλα
Kapuze θηλ

2. κουκούλα (αυτοκινήτου: πάνινη οροφή):

κουκούλα
Verdeck ουδ

3. κουκούλα (αυτοκινήτου: εξωτερικό κάλυμμα):

Autoplane θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με κουκούλα

Autoplane θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский