Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλάδος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κλάδος [ˈklaðɔs] SUBST αρσ

1. κλάδος (κλωνάρι):

κλάδος
Ast αρσ

2. κλάδος (επιστήμης, οικονομίας):

κλάδος
Zweig αρσ
Berufszweig αρσ
οικονομικός κλάδος

3. κλάδος (που ακολουθεί ο φοιτητής):

κλάδος
Fach ουδ

4. κλάδος ΕΜΠΌΡ:

κλάδος
Branche θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με κλάδος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский