Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατακόρυφο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατακόρυφο [kataˈkɔrifɔ] SUBST ουδ

κατακόρυφο
Höhepunkt αρσ
είχε φτάσει στο κατακόρυφο

Παραδειγματικές φράσεις με κατακόρυφο

είχε φτάσει στο κατακόρυφο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский