Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „κανονιστική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

κανονιστική αυτονομία θηλ
κανονιστική σύμβαση θηλ
κανονιστική πράξη θηλ
ρυθμιστική κανονιστική αρχή θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский