Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καλαμπούρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καλαμπούρι [kalamˈburi] SUBST ουδ

1. καλαμπούρι (λογοπαίγνιο):

καλαμπούρι
Wortspiel ουδ

2. καλαμπούρι (αστείο):

καλαμπούρι
Witz αρσ
κάνω καλαμπούρι σε κάποιον
για καλαμπούρι

Παραδειγματικές φράσεις με καλαμπούρι

για καλαμπούρι
κάνω καλαμπούρι σε κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский