Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καλαμπουρίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . καλαμπουρί|ζω <-σα> [kalambuˈrizɔ] VERB αμετάβ

καλαμπουρίζω

II . καλαμπουρί|ζω <-σα> [kalambuˈrizɔ] VERB μεταβ

καλαμπουρίζω κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με καλαμπουρίζω

καλαμπουρίζω κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский