Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: καλαμπούρι , καλαμπουρίζω και καλαμπόκι

καλαμπούρι [kalamˈburi] SUBST ουδ

1. καλαμπούρι (λογοπαίγνιο):

Wortspiel ουδ

I . καλαμπουρί|ζω <-σα> [kalambuˈrizɔ] VERB αμετάβ

II . καλαμπουρί|ζω <-σα> [kalambuˈrizɔ] VERB μεταβ

καλαμπόκι [kalamˈbɔci] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский