Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καγκελάριος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καγκελάριος [kaɲɟɛˈlariɔs] SUBST mf

καγκελάριος
Kanzler(in) αρσ (θηλ)
Vizekanzler(in) αρσ (θηλ)
Bundeskanzler(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με καγκελάριος

ο τότε καγκελάριος
Bundeskanzler(in) αρσ (θηλ)
Vizekanzler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский