Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναπληρωτής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναπληρωτής (αναπληρώτρια) [anaplirɔˈtis, anapliˈrɔtria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

αναπληρωτής (αναπληρώτρια)
Stellvertreter(in) αρσ (θηλ)
αναπληρωτής υπουργός

Παραδειγματικές φράσεις με αναπληρωτής

αναπληρωτής υπουργός
Konrektor(in) αρσ (θηλ)
Vizekanzler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский