Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ισόπαλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ισόπαλ|ος <-η, -ο> [iˈsɔpalɔs] ΕΠΊΘ

1. ισόπαλος (ίδιας δύναμης):

ισόπαλος

2. ισόπαλος (αγώνας):

ισόπαλος
λήγω ισόπαλος

Παραδειγματικές φράσεις με ισόπαλος

λήγω ισόπαλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский