Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ημερολογιακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ημερολογιακ|ός <-ή, -ό> [imɛrɔlɔjiaˈkɔs] ΕΠΊΘ

ημερολογιακός
Kalender-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский