Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ηγουμενικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ηγουμενικ|ός <-ή, -ό> [iɣumɛniˈkɔs] ΕΠΊΘ

ηγουμενικός
Äbtissinnen-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский