Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ηδονή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ηδονή [iðɔˈni] SUBST θηλ

1. ηδονή (βαθιά ευχαρίστηση):

ηδονή
Genuss αρσ

2. ηδονή (σαρκική απόλαυση):

ηδονή
Lust θηλ
fleischliche Lüste θηλ πλ
αρχή θηλ της ηδονής ΨΥΧ
Lustprinzip ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ηδονή

σαρκική ηδονή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский