Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εφαπτομένη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εφαπτομένη [ɛfaptɔˈmɛni] SUBST θηλ

1. εφαπτομένη ΜΑΘ (γραμμή):

εφαπτομένη
Tangente θηλ
πολική εφαπτομένη
Polartangente θηλ
Tangentensatz αρσ

2. εφαπτομένη ΜΑΘ (λόγος):

εφαπτομένη
Tangens αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με εφαπτομένη

πολική εφαπτομένη
επιτάχυνση κατά την εφαπτομένη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский