Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιτάσσω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιτά|σσω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [ɛpiˈtasɔ] VERB μεταβ

1. επιτάσσω (προστάζω):

επιτάσσω

2. επιτάσσω (ενεργώ επίταξη):

επιτάσσω

3. επιτάσσω ΓΛΩΣΣ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский