Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιρρεπής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιρρεπ|ής <-ής, -ές> [ɛpirɛˈpis] ΕΠΊΘ

είμαι επιρρεπής σε κάτι
zu etw δοτ neigen

Παραδειγματικές φράσεις με επιρρεπής

είμαι επιρρεπής σε κάτι
zu etw δοτ neigen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский