Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιβήτορας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιβήτορας [ɛpiˈvitɔras] SUBST αρσ

1. επιβήτορας (άλογο):

επιβήτορας
Deckhengst αρσ

2. επιβήτορας ειρων (άντρας):

επιβήτορας
Hengst αρσ

3. επιβήτορας μτφ (που κατέλαβε αθέμιτα αξίωμα):

επιβήτορας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский