Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επεκτατισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επεκτατισμός [ɛpɛktatizˈmɔs] SUBST αρσ

1. επεκτατισμός (τάση):

επεκτατισμός

2. επεκτατισμός (πολιτική):

επεκτατισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский